Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

ΔΑΡΒΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Γ’ ΡΑΙΧ- ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΦΥΛΕΤΙΣΜΟΥ



ΔΑΡΒΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Γ’ ΡΑΙΧ
ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΦΥΛΕΤΙΣΜΟΥ
 Κωνσταντίνος Τσοπάνης
Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των θρησκειών...


Ο κοινωνικός Δαρβινισμός και η δαρβινική βιολογία αποτέλεσαν κατ' ουσίαν τις βάσεις της ιδεολογίας του Εθνοφυλετισμού, της θεωρίας της φυλετικής καθαρότητος, καθώς και της επιστήμης της Ευγονικής, η οποία κατά τις πρώ­τες δεκαετίες του 20ου αιώνα θεωρείτο από πολλούς ως η καλύτερη ελπίδα της ανθρωπότητας για το μέλλον, διαδραματίζοντας παράλληλα τον ρόλο τον οποίο έχει σήμερα η Εφαρμοσμένη Γενετική. Στην ουσία η Ευγονική δεν είναι τίποτε άλλα από ένας «εφαρμοσμένος δαρβινισμός».

   Σήμερα πολλοί έχουν ταυτίσει τους όρους «εθνοφυλετισμός», «φυλετική καθαρότη­τα» και «ευγονική» με το Γ' Ράιχ, πιστεύοντας ότι προέρχονται από τη ναζιστική ιδεολογία. Κατά ένα μέρος δεν έχουν απόλυτο άδικο, αφού το συγκεκριμένο καθεστώς ήταν εκείνο που εφάρμοσε αυτές τις αντιλήψεις και μεθόδους, θε­σπίζοντάς τις ως μέρος της βασικής ιδεολογίας του Γερμανικού κράτους κατά την περίοδο του Β’ Π.Π. Ωστό­σο, μια πιο προσεκτική ματιά στην ιστορία αυτών των ιδεολογικών δογ­μάτων θα μας οδηγήσει πολύ πιο πίσω. Σχεδόν κανείς δεν θυμάται σήμερα ότι ένας από εκείνους που πρωτοδιατύπωσαν τις θεωρίες περί ευγονικής και φυλετικής καθαρό­τητας ήταν ο Βρετανός εξελικτιστής Κάρολος Δαρβίνος. Κι όμως, αναδι­φώντας την Ιστορία βρίσκουμετο «βιοϊατρικό όραμα» του Αδόλφου Χίτλερ και κατ' επέκταση του κόμ­ματός του να εδράζεται στέρεα στη δαρβινική βιολογία και στις θε­ωρίες περί της εξέλιξης των ειδών του Βρετανού φυσιοδίφη. Κι  αυτό είναι σημαντικό, αν αναλογισθούμε ότι ακόμα και σήμερα η «ορθόδοξη θεωρία» της βιολογίας και της εξέ­λιξης παραμένει ο «νεοδαρβινισμός», μια θεωρία η οποία συνδυάζει αυτό που καλείται «κλασικός δαρβινισμός» με τη σύγχρονη γενετική και στην οποία κατά το παρελθόν στη­ρίχθηκαν τόσο ιδεολογικά όσο και επιστημονικά πρακτικές εθνοκάθαρσης. Πριν έρθουμε στο σήμερα, όμως, ας εξετάσουμε τα πράγματα με τη χρονική τους σειρά.
Ο κλασικός λεγόμενος δαρβινισμός χρονολογείται από το 1859, έτος κατά το οποίο ο Βρετανός φυσιοδίφης δημοσίευσε το πολύ γνωστό πλέον έργο του «On the origin of the Species by means of Natural Selection», με υπότιτλο «The Preservation of the favoured Races in the Struggle for Life», γνω­στό στα ελληνικά με τον τίτλο «Η καταγωγή των ειδών». Η θεωρία την οποία διατυπώνει σε αυτό του το έργο ο Δαρβίνος, παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με πολλούς, δεν μπορεί να στηριχθεί επιστημονικά (δεν εν­νοούμε εδώ, φυσικά, τους Χριστια­νούς απολογητές επιστήμονες, οι οποίοι πολύ συχνά απορρίπτουν εκ των προτέρων οτιδήποτε δεν συ­νάδει με τη Βίβλο και όσα αυτή δι­δάσκει)[Σημ.Εγκόλπιου: Πράγματι ο προτεσταντικός φονταμενταλισμός λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο], υιοθετήθηκε από πολλούς επιστήμονες και διανοουμένους, οι οποίοι την αποδέχθηκαν από την πρώτη στιγμή σαν να ήταν ευαγγέλιο - το «ευαγγέλιο της επιστήμης». Καθώς για αρκετούς αιώνες, από τον Μεσαίωνα και εξής, η επιστήμη στην Ευρώπη διατελούσε σε σχέση δουλείας με την Εκκλησία, έχοντας υπάρξει η «θεραπαινίδα της θρησκείας», τον 19ο αιώνα, όταν μετά τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επα­νάσταση το εκκρεμές της Ιστορίας είχε διαγράψει τη φυσιολογική του κίνηση προς την αντίθετη πλευρά και οι επιστήμονες είχαν χειραφε­τηθεί από την κυριαρχία των θρη­σκευτικών δογμάτων, η υιοθέτηση των θεωριών που διατυπώνονταν στο έργο του Δαρβίνου φάνηκε να είναι η «εκδίκηση» της επιστήμης απέναντι στη μακροχρόνια δουλεία στην οποία την είχαν υποβάλει η θρησκεία και το ιερατείο. Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα το βιβλίο του Δαρβίνου αντικατέστησε στον Δυτικό πολιτισμό τη Βίβλο, καθι­στάμενο το πλέον προτιμώμενο κεί­μενο όσον αφορά την εξέταση και την ερμηνεία του αντικειμένου της φύσης της ζωής πάνω στον πλανήτη Γη.
Το 1871 ο Κάρολος Δαρβίνος δη­μοσίευσε ένα ακόμα πιο αμφισβη­τούμενο έργο, το «The Descent of Man» («Η καταγωγή του ανθρώ­που».). Οι θεωρίες τις οποίες ανέ­πτυξε σε αυτό το έργο συνοψίζονται ουσιαστικά σε τρία βασικά σημεία:
I) Όλα τα είδη της ζωής πάνω στον πλανήτη Γη βρίσκονται σε μια διαρκή εξελικτική προσαρμογή. Αυτή η διαπίστωση δεν ήταν μια πρωτό­τυπη θεωρία του Δαρβίνου, αλλά βασιζόταν στη θεωρία του «τρανσφορμισμού», της διαρκούς αλλαγής των ειδών δηλαδή, μια ιδέα την οποία είχε διατυπώσει πρώτος ο Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ στο βιβλίο του «Ζωική Φιλοσοφία», που κυ­κλοφόρησε στο Παρίσι 20 χρόνια μετά τη Γαλλική Επανάσταση, το 1809. Ο σύγχρονος του Δαρβίνου εξελικτιστής φιλόσοφος και βιολό­γος Ερνστ Χέκελ γράφει χαρακτη­ριστικά στο βιβλίο του «Ιστορία της Δημιουργίας», που κυκλοφόρησε το 1873, ότι «στον Λαμάρκ θα ανήκει η αιώνια δόξα να είναι ο πρώτος που διατύπωσε τη θεωρία της κα­ταγωγής, ως μια πρωτότυπη και ανε­ξάρτητη επιστημονική θεωρία η οποία θα αποτελούσε τη βάση για ολόκληρη την επιστήμη της Βιολο­γίας». Για να είμαστε απολύτως δί­καιοι, πρέπει να προσθέσουμε σε αυτό το σημείο ότι ακόμα και ο ίδιος ο όρος «Βιολογία» χρησιμο­ποιήθηκε για πρώτη φορά με την τρέχουσα επιστημονική του έννοια από τον Λαμάρκ. Ωστόσο, η δόξα τελικά αποδόθηκε στον Δαρβίνο, ο οποίος είχε την τύχη να έλθει σε επαφή με την εργασία και κατ' επέ­κταση με τις θεωρίες του Λαμάρκ μέσω του φίλου του και μέντορα του, διαπρεπούς γεωλόγου της επο­χής Τσαρλς Λάιλ, ο οποίος το 1832, πρώτο έτος από τα πέντε κατά τα οποία ο Βρετανός φυσιοδίφης διέπλεε τις θάλασσες του Νότου με το πλοίο Μπιγκλ, του απέστειλε τον τόμο του έργου του με τίτλο «Αρχές της Γεωλογίας», στο οποίο έκανε εκτεταμένες αναφορές στις, ελάχιστα γνωστές, την εποχή εκείνη θεωρίες του Λαμάρκ. Σε αυτή λοιπόν τη λαμαρκιανή προϋπόθεση της εξελικτικής μετατροπής του ενός είδους σε άλλο βασίσθηκε ουσια­στικά ο δαρβινισμός.
Ελλείψει ικανοποιητικών στοιχείων, όμως, ο Λαμάρκ είχε δει την εξελι­κτική γραμμή ως αυστηρά γραμμική. Δηλαδή, το είδος Α παράγει το είδος Β, το Β παράγει το Γ, το Γ πα­ράγει το Δ και ούτω καθ' εξής. Το 1855, όμως, ο Βρετανός φυσιοκράτης Αλφρεντ Ράσσελ Γουάλλας αναδια­μόρφωσε αυτό το πλαίσιο, υποστη­ρίζοντας ότι η εξελικτική γραμμή μπορεί να διακλαδωθεί και για πα­ράδειγμα το είδος Α να παράξει το είδος Γ, όπως και το είδος Β και με τη σειρά του το είδος Β να παράξει τα είδη Δ, Ε και ΣΤ και ούτω καθ' εξής. Επιπλέον, ο Γουάλλας υποστή­ριξε ότι τα εξελικτικά αυτά βήματα δεν είναι κατ' ανάγκη «προοδευτι­κά», δηλαδή δεν οδηγούν το κάθε είδος προς την τελειότητα, όπως είχε ισχυρισθεί παλαιότερα ο Λα­μάρκ. Αυτή η «αναδιάρθρωση» την οποία επιχείρησε ο Γουάλλας έγινε γνωστή ως «ο νόμος του Σάραγουοκ». Παρόλα αυτά, όταν η θεωρία των Λαμάρκ-Γουάλλας κατέληξε στον Δαρβίνο, είχε μια καλά επεξεργα­σμένη επιστημονική μορφή και απο­τελούσε ένα έγκυρο πλαίσιο, το οποίο υποστηριζόταν με, τουλάχι­στον φαινομενικά, εμπεριστα­τωμένα στοιχεία.
2) Το δεύτερο σημείο του «δαρβινικού δόγματος» είναι η θεωρία της λεγόμενης «φυσικής επιλογής», η οποία όμως και πάλι δεν είναι μια πρωτοτυπία του Δαρβίνου, αφού την είχε διατυπώσει πολύ νωρίτερα ο γνωστός Γάλλος φιλόσοφος και παιδαγωγός Ζαν Ζακ Ρουσσώ. Συγκεκριμένα, η πρώτη δημο­σιευμένη αναφορά της Φύσης ως επιλογέα στην εξέλιξη των ειδών της ζωής βρίσκεται στο έργο του Ρουσσώ «Discourse on the origin and foundations of inequality among men» (1775), στο οποίο ο Γάλλος φιλόσοφος, αναφερόμενος στις συνθήκες ζωής στην αρχαία Σπάρτη γρά­φει χαρακτηριστικά: «Η Φύση χρησιμοποιεί αυτόν ακριβώς τον νόμο που χρησιμοποιούσε εκείνους οι οποίοι είναι υγιείς ώστε να ζήσουν και με μια αποτελεσματική μέθοδο καταστρέφει τους υπολοί­πους».
Ωστόσο, ο Δαρβίνος, εκτός από τις θεωρίες του Ρουσσώ στις οποίες αναφερθήκαμε, στηρίχθηκε και πάλι σε μια άλλη, πιο άμεση σε αυτόν πηγή, τον Άλφρεντ Γουάλλας, ο οποί­ος για άλλη μια φορά προηγήθηκε του Δαρβίνου και παρουσίασε μια ακόμα πιο επαναστατική θεωρία σχετικά με την εξέλιξη και τη φυσική επιλογή. Τον Ιούνιο του 1858 ο Γουάλλας παρουσίασε στον Δαρβίνο μια αδημοσίευτη τότε εργασία του με τον τίτλο «Οn the tendency of varieties to depart indefinitely from the original type». Λίγο καιρό αρ­γότερα ο Δαρβίνος έγραφε στον φίλο του Λάιελ ότι οι θεωρίες του Γουάλλας συνέ­πιπταν απολύτως με τα δικά του πιστεύω και πως, αν εκεί­νος είχε υπόψιν του τα γραπτά του Δαρβίνου το 1842, δεν θα μπορούσε να είχε κάνει μια καλύτερη περίληψη των ιδεών του. «Ακόμα και τώρα η ορο­λογία του Γουάλλας φαίνεται να έχει βγει μέσα από τα κε­φάλαιά μου», έγραφε ο Δαρβίνος. Δεν είναι απίθανο η προ­τεραιότητα σχετικά με τη σύλ­ληψη της ιδέας της φυσικής επιλογής να ανήκε στον Δαρ­βίνο, ωστόσο ο Γουάλλας δημοσιεύοντας νωρίτερα την εργασία του απέκτησε την προτεραιότητα στη διατύπωση της αν­τίληψης του νόμου της «φυσικής επιλογής» στην εξέλιξη.
Για τον Δαρβίνο ο νόμος της «φυ­σικής επιλογής» ίσχυε στην αναπα­ραγωγή των φυτών και των ζώων που συνέβαινε στην άγρια φύση. Αντιθέτως, στην αναπαραγωγή που γινόταν στο πλαίσιο της κτηνοτροφίας και της γεωργίας, εκεί δηλαδή όπου παρενέβαινε ο ανθρώπινος παράγοντας, ίσχυε η «τεχνητή επι­λογή». Από πολύ νωρίς, στο βιβλίο του «Η καταγωγή των ειδών», ο Δαρβίνος καθορίζει αυτό που ονο­μάζει «φυσική επιλογή» ως εξής: «Η φυσική επιλογή διευρύνεται μέσα στη Φύση κάθε μέρα και κάθε ώρα και αγγίζει ακόμα και τις μικρότερες μορφές ζωής. Απορρίπτοντας όλα όσα είναι ασθενικά και άχρηστα προφυλάσσει και προάγει οτιδήποτε είναι καλό. Σιωπηλά και ανεπαίσθητα εργάζεται για τη βελτίωση κάθε ορ­γανικής ύπαρξης». Όπως προκύπτει από όλα αυτά, ο δαρβινισμός με τη θεωρία του περί του νόμου της «φυσικής επιλογής» αντικατέστησε τη μέχρι τότε παραδοσιακή πίστη των Ευρωπαίων ότι η φυσική τάξη είναι το αποτέλεσμα της θεϊκής πα­ρουσίας στον κόσμο (Θεός) με την ιδέα ότι η φυσική τάξη είναι το αποτέλεσμα της φυσικής παρουσίας (φυσική επιλογή). Μολονότι η λεγόμενη «φυσική επιλογή» κατηγορήθηκε από πολ­λούς ότι δεν είναι τίποτε άλλο από μια κενή γενίκευση, ωστόσο πολλοί επιστήμονες αποδέχθηκαν αυτή την θεωρία χωρίς καμιά απολύτως κρι­τική. Επιπλέον, η συγκεκριμένη θε­ωρία ήταν τόσο συνδεδεμένη με τον ταλαντούχο νεαρό εξελικτιστή Άλφρεντ Γουάλλας, ώστε, όταν πα­ρουσιάσθηκε για πρώτη φορά από τον Δαρβίνο, ονομάσθηκε «θεωρία Δαρβίνου-Γουάλλας». Για πολλούς πιο σωστή είναι η φράση «επιλογή του καταλληλότερου», την οποία προτιμά τελικά αντί της «φυσικής επιλογής» και την αναφέρει ο Δαρ­βίνος στην έκτη έκδοση του βιβλίου του «Η καταγωγή των ειδών». Αλλά δεν είναι όμως ούτε αυτή δική του επινόηση. Τον όρο αυτό είχε χρη­σιμοποιήσει επτά η οκτώ χρόνια πριν τον Δαρβίνο ο φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ.
3) Το τρίτο σημείο της δαρβινικής θεωρίας είναι ότι η Φύση οδηγεί μέσα από τον νόμο της εξέλιξης στο γενετήσιο ένστικτο, δηλαδή στην αναπαραγωγή των ειδών και στον αγώνα για διαιώνιση κάθε μορ­φής ζωής. Αποδίδοντας μια τρομερή επιρροή σε αυτό το ένστικτο σε κάθε μορφή ζωής, η ζωή επάνω στον πλανήτη Γη φαίνεται να είναι ένας ακατάπαυστος αγώνας για επι­βίωση και διαιώνιση. Σύμφωνα με τον Δαρβίνο, αυτός ο διαρκής αγώνας για διαιώνιση των ειδών ωθεί όλα τα οργανικά όντα να αναπαραχθούν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Κατά συνέπεια τα νεογέννητα κάθε είδους πρέπει να καταστρέφονται σε κάποιο ποσοστό, μικρότερο ή μεγαλύτερο αναλόγως των περιστά­σεων, διαφορετικά, σύμφωνα με την αρχή της γεωμετρικής ανόδου, ο αριθμός των ειδών θα γίνει σύντομα τόσο μεγάλος, ώστε κανένας τόπος δεν θα μπορέσει να τα συντηρήσει. Κι αυτό επειδή παράγονται πολύ περισσότερα πλάσματα από κάθε είδος από όσα θα μπορούσαν υπό φυσικές συνθήκες να επιβιώσουν. Έτσι σε κάθε περίπτωση πρέπει να δοθεί ένας σκληρός αγώνας για την ύπαρξη και κάθε πλάσμα πρέπει να αγωνισθεί πρώτα εναντίον ατόμων του ίδιου είδους και κατόπιν εναντίον ατόμων από άλλα είδη και να μπο­ρέσει να υπερπηδήσει τις αντιξοό­τητες της ζωής για να επιβιώσει.
Προκειμένου να διατυπώσει το δόγμα ότι «ο αγώνας για την ύπαρξη δίνεται από όλα τα όντα σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό», καθώς και την αρχή της «γεωμετρικής αύξησης» των όντων, ο Δαρβίνος στηρίχθηκε στο «δόγμα του Μάλθους», το οποίο υποστήριξε ότι εφαρμόζεται με με­γάλη δύναμη σε ολόκληρο το ζωικό και φυτικό βασίλειο. Τι ήταν, όμως, αυτό το «δόγμα του Μάλθους»; Ο Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους (1766-1834) ήταν ιερέας, διάσημος απαι­σιόδοξος και συγγραφέας ενός από τα δοκίμια που επέδρασαν κατά μεγάλο βαθμό στην εξέλιξη και τη διαμόρφωση της ανθρώπινης σκέ­ψης κατά τη σύγχρονη εποχή. Το έργο αυτό ήταν το «Αρχές του πλη­θυσμού» (1798). Σε αυτό το δοκίμιο ο ιερέας Μάλθους υποστηρίζει ότι, «επειδή η ζωή στο σύνολό της τείνει να αυξηθεί τόσο ώστε να μη επαρκούν τα διαθέσιμα αγαθά του πλανήτη για να την διαθρέψουν, σί­γουρα δεν μπορεί να υπάρξει ευοίω­νη προοπτική για αυτή και άρα ούτε πραγματική πρόοδος και ευτυχία για την ανθρωπότητα η οποία απο­τελεί μέρος της. Δώστε στον άν­θρωπο λίγο περισσότερο ψωμί από αυτό που χρειάζεται και αμέσως θα αναπαραχθεί περισσότερο, ακυ­ρώνοντας έτσι οποιαδήποτε προ­οπτική για καλύτερη διαβίωση». Ο Μάλθους στο έργο του υποστηρίζει ότι τα έμβια όντα αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, ενώ όλα τα άλλα είδη της ύπαρξης αυξάνονται με μαθηματική πρόοδο. Κατά συ­νέπεια το άτομο είναι καταδικασμένο να προκαλεί την ένδειά του. Ο Μάλθους είναι ένας από τους θεμελιωτές της «απαισιόδοξης επιστήμης» των οικονομικών και αυτός που σχεδίασε οράματα από ένα αναπόφευκτο αποτρόπαιο μέλλον με λιμοκτονούντα και ασθενούντα πλήθη.
Σύμφωνα με τη σύγχρονη επι­στήμη, το λεγόμενο «δόγμα του Μάλθους» δεν έχει καμιά επιστη­μονική αξία. Σύμφωνα με πολλούς, πρόκειται απλώς για ένα παράδειγμα «μειωτικού ή απλουστευτικού σε­ξουαλικού ντετερμινισμού». Η ιδέα ότι κάθε μορφή ζωής κυριαρχείται αποκλειστικά από τη σεξουαλική αναπαραγωγική δραστηριότητα ώθη­σε τον Μάλθους να αναφερθεί στις αρχές του 18ου αιώνα στις αίγες, οι οποίες είχαν απελευθερωθεί σε κά­ποιο από τα νησιά Γκαλαπάγκος περί το 1670. Οι αναφορές έλεγαν ότι οι αίγες είχαν πολλαπλασιασθεί σε τέτοιον βαθμό, ώστε εξαφάνισαν κάθε είδος βλάστησης. Διαβάζοντας ο Μάλθους τις αναφορές, συμπέρανε ότι τα ανθρώπινα όντα, εάν αφεθούν να καθοδηγηθούν από τις ορμές τους, θα κάνουν το ίδιο ακριβώς πράγμα. Θα αναπαράγονται σε τέ­τοιον βαθμό, ώστε ολόκληρος ο πληθυσμός δεν θα διαθέτει ούτε φασόλια για να τραφεί. Αυτό το συμπέρασμα είναι η επιστημονική βάση του «μαλθουσιανού δόγμα­τος», το οποίο ο Δαρβίνος τόσο ένθερμα υιοθέτησε και ενίσχυσε με τη διακήρυξή του ότι «εφαρμόζεται σε ολόκληρο το ζωικό και φυτικό βασίλειο».
Βαδίζοντας στα ίχνη του, ο Δαρβίνος έγραψε με απόλυτη βε­βαιότητα ότι «δεν υπάρχει εξαίρεση στον κανόνα, ότι κάθε οργανικό ον φυσικά αυξάνεται όλο και με μεγα­λύτερους ρυθμούς και, αν δεν κα­ταστραφεί, τότε η Γη σύντομα θα καλυφθεί από τους απογόνους ενός μόνο ζεύγους... Ακόμα και ο αργά αναπαραγόμενος άνθρωπος θα έχει διπλασιασθεί σε 25 χρόνια», συνέ­χισε ο Δαρβίνος, «και με αυτούς τους ρυθμούς σε μερικές εκατον­τάδες χρόνια κυριολεκτικά δεν θα υπάρχουν δωμάτια για τους απο­γόνους του».
Αυτή η θεωρία των Μάλθους-Δαρβίνου μας επιτρέπει να καταλά­βουμε ποια ήταν η βάση της μεγάλης υστερίας η οποία κατέλαβε τις μάζες τον περασμένο αιώνα. Το δόγμα των Μάλθους-Δαρβίνου διατυπώνει με σαφήνεια την άποψη ότι ο αν­θρώπινος πληθυσμός του πλανήτη σε κάποια χρόνια θα αποτελεί προβλημα. «Εάν δεν καταστραφεί», για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Δαρβίνου, αυτός ο πληθυσμός πολύ σύντομα θα εξαπλωθεί στον πλανήτη σαν μόλυνση, όπως οι αίγες των νήσων Γκαλαπάγκος. Το δόγμα τους γνώρισε μεγάλη απήχηση στους ηγετικούς κύκλους της Ευρώπης του περασμένου αιώνα. Ήταν μια ισχυρή ενθάρρυνση - εγκεκριμένη από την επιστήμη - ώστε να κυ­ριαρχήσουν οι Ευρωπαίοι στον πλα­νήτη πριν το κάνουν κάποιοι άλλοι.
Πριν την εμφάνιση του Μάλθους και τη διατύπωση των εφιαλτικών του οραμάτων, οι Βασιλείς και οι Ηγεμόνες της Γηραιάς ηπείρου θε­ωρούσαν τους μεγάλους πληθυ­σμούς στους οποίους βασίλευαν ως προτέρημα και πλεονέκτημα της εξουσίας τους. Μετά τη δημοσίευση του έργου του Μάλθους «Principle of Population», άρχισαν να θεωρούν κάποιους πληθυσμούς, ή μάλλον κά­ποιο «πλεόνασμα πληθυσμού» ως δυνάμει «καταστροφικό παθητικό». Η Μεγάλη Αμερικανική Επανάσταση της Ανεξαρτησίας, καθώς και η πολύ βίαια Γαλλική Επανάσταση είχαν αποδείξει πλέον σαφώς ότι οι με­γάλες μάζες υπό κάποιες συγκε­κριμένες συνθήκες μπορεί να είναι θανατηφόρα επικίνδυνες για τους Ηγεμόνες. Ο Μάλθους δεν έκανε τίποτε άλλο από το να αποδείξει και να τεκμηριώσει αυτή την άποψη που είχε αρχίσει να αποτελεί δόγμα για τους Ευρωπαίους ηγεμόνες. Σύμ­φωνα με τον Μάλθους, οι μάζες είναι ολοκληρωτικά ανήθικες και η αύξηση του πληθυσμού πρέπει να ελέγχεται αυστηρά. Το 1789, έτος κατά το οποίο εξερράγη η Γαλλική Επανάσταση ως αποτέλεσμα μιας ανομβρίας και της σιτοδείας που αυτή προκάλεσε, η Γαλλία ήταν η ευρωπαϊκή χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό. Οι Ευρωπαίοι Ηγεμόνες με τη βοήθεια των θεωριών του Μάλθους δεν άργησαν να λάβουν το μήνυμα περί του «κινδύνου που ελλόχευε». Έτσι, κατά το πρώτο τέ­ταρτο του αιώνα που ακολούθησε το νεοανακαλυφθέν «πληθυσμιακό πρόβλημα» είχε καταστεί το κύριο αντικείμενο συζητήσεων στις ευ­ρωπαϊκές Αυλές και οι Ηγεμόνες της Γηραιάς ηπείρου αναζητούσαν τρόπους εφαρμογής του «δόγματος Μάλθους», δηλαδή του αυστηρού ελέγχου της αύξησης του πληθυ­σμού. Ως καλύτερος τρόπος προ­τάθηκε η αύξηση του δείκτη θνη­σιμότητας των πτωχών. Ο ιερέας Μάλθους και πάλι είχε δώσει τη λύση. «Αντί να εκκαθαρίσουμε τους πτωχούς, κάτι που θα ηχούσε άσχη­μα, μπορούμε και πρέπει να ευνοή­σουμε τις αντίξοες συνθήκες δια­βίωσής τους και αυτές θα κάνουν το έργο τους. Οι δρόμοι των πόλεων πρέπει να είναι στενοί κι ανήλιαγοι και όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι να ζουν μέσα σε κάθε σπίτι, έτσι ώστε, λόγω έλλειψης συν­θηκών υγιεινής, να επανεμφανισθεί η πανούκλα. Στην επαρχία τα χωριά πρέπει να κτίζονται κοντά σε ελώδεις περιοχές και γενικότερα να ενθαρ­ρύνεται η οικοδόμηση οικισμών σε ελώδεις και ανθυγιεινούς τόπους και ούτω καθ' εξής».
Ο Μάλθους γνώριζε ότι εξέφραζε ριζοσπαστικές και καθόλου Χρι­στιανικές απόψεις περί του ελέγχου της αύξησης του πληθυσμού, γι' αυτό και έλαβε όλες τις ευνόητες προφυλάξεις για τον εαυτό του, δη­μοσιεύοντας το 1798 το δοκίμιο του «Principle of Population» ανώ­νυμα. Αυτό ακριβώς το δοκίμιο απο­τέλεσε το πρότυπο των εθνικοσοσιαλιστικών κοινωνικών αντιλήψεων. Ο «μαλθουσιανισμός», όπως απο­κλήθηκε η θεωρία του, βρήκε εξ αρχής υποστηρικτές σε ολόκληρη την Ευρώπη, ωστόσο στην αρχή λίγοι ήταν αυτοί οι οποίοι τόλμησαν να εκφράσουν την υποστήριξή τους σε αυτές τις θέσεις εκτός από τους στενούς κύκλους των οπαδών του Μάλθους. Στο τέλος του 19ουαιώνα, όμως, οι Μαλθουσιανοί ήλθαν επί­σημα στο προσκήνιο. Τότε τα ευ­ρωπαϊκά έθνη ανακάλυψαν ξαφνικά ότι είχαν «πλεόνασμα πληθυσμού».
Η μια λύση ήταν, λοιπόν, ακολου­θώντας τις συμβουλές του Μάλθους, να προσπαθήσουν με πλάγια μέσα να τον περιορίσουν δραστικά. Ακόμα όμως δεν είχε έλθει αυτή η στιγμή. Στον ορίζοντα διαφαινόταν μια άλλη λύση, ήδη εφαρμοσμένη από την αρχαία Ελλάδα και αποτελεσματική. Η αποικιακή επέκταση και η κατά­ληψη νέων εδαφών στα οποία θα διαβιούσε το «πλεόνασμα του πλη­θυσμού» χωρίς να προκαλεί προβλήματα στη μητροπολιτική χώρα.
Ο «αιώνας του ιμπεριαλισμού» είχε γεννηθεί, το ένα έθνος μετά το άλλο άρχισε να επιδιώκει να κυ­ριαρχήσει σε ξένες γαίες και ξένες χώρες, όχι λόγω πλεονεξίας, αλλά για λόγους εθνικής επιβίωσης. Τα Έθνη που θα επιζούσαν στο μέλλον θα ήταν εκείνα τα οποία θα κατείχαν απέραντες εκτάσεις γης για να θρέ­ψουν το πλεόνασμα του πληθυσμού τους. Σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλη η Αφρική είχε καταληφθεί από τα ευρωπαϊκά έθνη. Οι ιθαγενείς πληθυσμοί αυτής της ηπείρου είτε εξανδραποδίσθηκαν, είτε εξοντώ­θηκαν. Πολλές μεγάλες φυλές, φυλές οι οποίες για χιλιάδες χρόνια είχαν συνυπάρξει σε αρμονία με το περι­βάλλον τους, εξαφανίσθηκαν στο «αφρικανικό ολοκαύτωμα». Η αλή­θεια βέβαια είναι ότι η αυτοκρατο­ρική Γερμανία των Κάιζερ ήλθε τε­λευταία στον αγώνα για κατάκτηση αποικιών. Ωστόσο, δεν έμεινε έξω από το παιχνίδι.
Ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για «αυτοκρατορίες» (για παράδειγ­μα, ίδρυση αποικιών σε όλο τον κόσμο) ήταν προφανώς ο κύριος λόγος της έκρηξης του Α'ΠΠ. Το 1901 ο Άρθουρ Ντιξ, ο εκδότης δύο εφημερίδων του Βερολίνου, έγραφε: «Ένας δειλός άνθρωπος, ο οποίος δεν γνωρίζει πως να χρησιμοποιήσει τους αγκώνες του, μπορεί φυσικά να θέσει ένα τέρμα στην αύξηση του πληθυσμού, όταν βρει τα πράγ­ματα πολύ στενόχωρα στο σπίτι του. Ο πλεονασμός του πληθυσμού, όμως, μπορεί να βρει οικονομική στήριξη. Ένας μελλοντικά ευτυχι­σμένος λαός, οπωσδήποτε, δεν γνω­ρίζει τίποτε σχετικά με τον τεχνητό περιορισμό. Φροντίζει μόνο να βρει μέρη στη γήινη σφαίρα για να εγ­κατασταθούν και να ζήσουν τα άλλα μέλη της φυλής του».
Στη Γερμανία το 1912 ο Γερμανός κοινωνικός δαρβινιστής και από­στρατος στρατηγός Φ. φον Μπέρνχαρντι έγραφε: «Για το συμφέρον του ανθρώπινου πολιτισμού είναι καθήκον μας να αυξήσουμε τις γερ­μανικές αποικίες. Κατά συνέπεια μόνο εμείς μπορούμε πολιτικά, ή τουλάχιστον εθνικά, να ενώσουμε τους Γερμανούς σε όλο τον κόσμο. Τότε μόνο όλοι θα αναγνωρίσουν ότι ο γερμανικός πολιτισμός είναι ο πιο απαραίτητος παράγοντας για την πρόοδο των ανθρώπων. Πρέπει να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε περισσότερες γαίες σε όλο τον κό­σμο με κάθε μέσο και με όλες μας τις δυνάμεις, διότι πρέπει να προ­στατεύσουμε τη Γερμανία και τα εκατομμύρια των Γερμανών που θα γεννηθούν στο μέλλον και πρέπει να εξασφαλίσουμε γι’ αυτούς τροφή κι εργασία. Αυτοί πρέπει να μπορούν να ζουν κάτω από έναν γερμανικό ουρανό και να ζήσουν μια γερμανική ζωή». Αν λάβουμε υπόψη ότι τέτοιες τοποθετήσεις κυριαρχούσαν ιδεο­λογικά όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη, τότε κα­ταλαβαίνουμε γιατί ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Και ήταν αναπόφευ­κτος γιατί θεωρείτο από τον φον Μπέρνχαρντι και τους πολλούς σοσιαλδαρβινιστέςσυντρόφους του στην Ευρώπη «απαραίτητος ρυθμι­στής» του πληθυσμού. «Εάν δεν υπήρχε ο πόλεμος», γράφει ο φον Μπέρνχαρντι, «εμείς θα έπρεπε πι­θανώς να εξοντώσουμε με κάποιον άλλον τρόπο αυτές τις κατώτερες και εκφυλισμένες φυλές που έχουν καταλάβει μεγάλες περιοχές και απειλούν τις υγιείς και ζωντανές φυλές με τον πλούτο και τον αριθμό τους. Η παραγωγική σημασία του πολέμου βρίσκεται σε αυτό, ότι προκαλεί την επιλογή, και έτσι ο πόλεμος γίνεται μια βιολογική ανάγ­κη».
Η γερμανική λέξη για τις αποικίες σε όλο τον κόσμο οι οποίες θα μπορέσουν να συντηρήσουν τον επιπλέον πληθυσμό είναι "Lebens-raum", δηλαδή ζωτικός χώρος. Για τους Γερμανούς η ήττα του Α'ΠΠ σήμαινε, πέραν όλων των άλλων, την απώλεια αυτού του ζωτικού χώρου των αποικιών. Οι πολεμικές αποζη­μιώσεις που απαιτήθηκαν από τους νικητές ήταν ένα σημαντικό ράπισμα στη γερμανική επεκτατική πολιτική. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι οι Γερμανοί είχαν απογυμνωθεί από τις αποικίες τους. Αυτή η απογύ­μνωση της Γερμανίας ήταν, σύμφωνα με την άποψη των δαρβινιστών, μια θανατηφόρος ένεση για αυτή τη χώρα. Με την προοπτική της οικο­δόμησης της αυτοκρατορίας απο­κλεισμένη, τα γερμανικά κοινωνικά σχέδια περιορίσθηκαν στην εσω­τερική προοπτική για την επιβίωση της γερμανικής φυλής και άρα στην «εσωτερική εθνοκάθαρση» της Γερ­μανίας.
Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα στη Γερμανία οι «φυλετιστές επιστήμονες» άρχισαν να υποστηρίζουν φανερά τη θανάτωση των ανεπιθύμητων τμημάτων και των ασθενικών μελών του πληθυ­σμού της χώρας τους. Ένας από αυτούς τους επιστήμονες, ο Άντολφ Γιόστ δημοσίευσε μια πρόωρη έκ­κληση για άμεση ιατρική εξόντωση όλων των προαναφερθέντων «προ­βληματικών μελών» της κοινωνίας σε ένα βιβλίο του που δημοσιεύθηκε το 1895 με τον τίτλο «Το δικαίωμα στον θάνατο». Ο Γιόστ υποστήριζε σε αυτό το έργο του ότι, για να δια­τηρηθεί η υγεία του κοινωνικού ορ­γανισμού, το κράτος πρέπει να ανα­λάβει την ευθύνη της θανάτωσης κάποιων ατόμων. Ο Άντολφ Γιόστ ήταν ο μέντορας του Αδόλφου Χίτ­λερ, ο οποίος και συμφωνούσε μαζί του 100%. «Το κράτος πρέπει να φροντίζει μόνο για τα παιδιά που έχουν γεννηθεί υγιή», υποστήριζε ο Χίτλερ και συνέχιζε: «Το κράτος πρέπει να δράσει ως φρουρός του χιλιετούς μέλλοντος του γερμανικού έθνους και πρέπει να θέσει τις σύγ­χρονες ιατρικές μεθόδους στην υπηρεσία αυτού του σκοπού. Πρέπει να κηρύξει ακατάλληλους για τη δι­αιώνιση του γένους όλους εκείνους οι οποίοι έχουν κάποια εμφανή ασθένεια ή πάσχουν από κάποιο κληρονομικό νόσημα το οποίο μπο­ρούν να μεταδώσουν».
Το 1923 ο Φριτς Λενζ, ένας Γερ­μανός φυσικογενετιστής, ο οποίος κατέστηιδεολογικός ηγέτης του προγράμματος της εθνικοσοσιαλιστικής φυλετικής καθαρότητας, παραπονείτο ότι η Γερμανία, κάτω από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, βρισκόταν πολύ πίσω από την Αμερική σε όλους τους τομείς της ευγονικής, της επιστήμης δηλαδή που θα διευκόλυνε τη φυλή να διακρίνει τα υγιή μέλη από τα «εκφυλι­σμένα άτομα και τις ομάδες που θα στειρώνονταν». Ο Λενζ διαμαρ­τυρόταν για τις πρόνοιες του Συν­τάγματος της Βαϊμάρης απέναντι στην ευγονική και τη φυλετική κα­θαρότητα. Κατά την άποψή του, η ηττημένη Γερμανία, εάν ήθελε να επιβιώσει, έπρεπε να εφαρμόσει τα συμπεράσματα και τις ανακαλύψεις των ερευνών ευγονικής των ιδρυ­μάτων που βρίσκονταν στη Βρετανία και τις ΗΠΑ (για παράδειγμα, του Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ στη Νέα Υόρκη, το οποίο είχε ιδρυθεί από τη Μαίρη Χάρριμαν και τελούσε υπό τη διεύθυνση του Τσαρλς Μπ. Ντάβενπορτ. Η Μαίρη Χάρριμαν ήταν η χήρα του μεγιστάνα των σι­δηροδρόμων Ε.Χ. Χάρριμαν. Ο Χάρ­ριμαν μαζί με τον Άντριου Καρνέτζι ήταν μεγάλοι θαυμαστές του Χέρμπερτ Σπένσερ, ο οποίος υπήρξε ο πνευματικός ηγέτης των οπαδών του δαρβινικού δόγματος της Αμε­ρικής).
Στη Γενική Συνέλευση του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος το 1934 ο Ρούντολφ Ες, πιστός στις επιταγές του Χίτλερ, δήλωνε: «Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι τίποτε άλλο από εφηρμοσμένη βιολογία». Ο συγγραφέας του βιβλίου «The Nazi Doctors-Medical Killing and the psy­chology of genocide», Ρόμπερτ Τζέυ Λίφτον, ως κατακλείδα του πολύ αξιόλογου βιβλίου του γράφει μεταξύ άλλων ότι «ολόκληρο το ναζιστικό καθεστώς είχε οικοδομηθεί σε ένα βιοϊατρικό όραμα το οποίο επιζη­τούσε την εθνοφυλετική καθαρό­τητα, η οποία θα εκτεινόταν προ­οδευτικά από την αποστείρωση έως την εκτεταμένη δολοφονία. Πολύ νωρίς και ήδη από τη δημοσίευση του βιβλίου του «Ο Αγών μου» (1924-1926) ο Χίτλερ είχε διακηρύξει την ιερή φυλετική αποστολή του Γερμανικού λαού να συγκεντρώσει και να συντηρήσει τα πολυτιμότερα αποθέματα των βασικών φυλετικών στοιχείων, τα οποία αργά και στα­θερά θα αναδείκνυε σε μια κυρίαρχη θέση».
Στην ίδια την ιστορική συνάφεια η Ευγονική μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εφαρμοσμένος δαρβινισμός. Ο ιδρυτής της Ευγονικής είναι ο Φράνσις Γκάλτον, ήταν εξάδελφος του Δαρβίνου και συγγραφέας βιβλίων περί της κληρονομικότητας, όπως τα «Hereditary Genius» (1869), «lnquiries into Human Faculties)) (1883), και «National Inheritance)) (1889), τα οποία είχαν μεγάλη επίδραση στην επιστήμη. Όχι πολύ καιρό μετά τη δημοσίευση από τον Γκάλτον του τελευταίου βιβλίου, μια ομάδα από τους καλούμενους «φυλετιστές επιστήμονες» άρχισε να δρα στη Γερμανία. Ένας από αυτούς τους επιστήμονες ήταν ο Άντολφ Γιόστ, τον οποίο προαναφέραμε ως συγ­γραφέας του περίφημου βιβλίου «Το δικαίωμα στον θάνατο» (1895). Η κυριότερη θέση αυτού του βιβλίου είναι πως η τελική λύση του πληθυ­σμιακού προβλήματος βρίσκεται στον κρατικό έλεγχο επί της αν­θρώπινης αναπαραγωγής. Το βιβλίο στηρίζεται στη ρητορική των δαρ­βινικών «φυσικών δικαιωμάτων»: «Το κράτος έχει ένα φυσικό δικαίωμα και μια ιερή υποχρέωση να σκοτώνει τα άτομα με την εντολή να διατη­ρήσει το έθνος, τον κοινωνικό ορ­γανισμό, ζωντανό και υγιή».
Όψιμοι συνήγοροι της κρατικοϊατρικής δολοφονίας ανθρώπων, όπως ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Λειψίας Καρλ Μπίντινγκ και ο Άλφρεντ Χοτς, καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανε­πιστήμιο του Φράιμπουργκ, επέμει­ναν στη «θεραπευτική αξία της κα­ταστροφής της ζωής που δεν αξίζει να ζει». «Η καταστροφή τέτοιου εί­δους ζωής είναι από φυλετικής άποψης μια αμιγώς θεραπευτική εργα­σία», δήλωνε χαρακτηριστικά ο Άλ­φρεντ Χοτς. Στο διάστημα μεταξύ των δύο Παγκοσμίων πολέμων η στείρωση κατέστη ο πλέον ενδει­κτικός τρόπος για να ελέγχονται οι γεννήσεις. Έτσι, είναι ευνόητη η με­γάλη σημασία που είχε το Σύνταγμα της Βαϊμάρης, το οποίο δεν επέτρεπε τις στειρώσεις. Οι σοσιαλδαρβινιστέςεπιστήμονες όμως και οι οπαδοί τους θεώρησαν αυτή την πρόνοια του Συντάγματος τρομερή απειλή για το έθνος. «Εάν κάποιος δεν έχει τη δύναμη να αγωνισθεί για να πα­ραμείνει υγιής σε αυτό τον κόσμο, τότε έχει απολέσει το δικαίωμα στη ζωή», έγραφε ο Χίτλερ.
Οι σοσιαλδαρβινιστές πίστευαν ότι τα άτομα που κινούνταν κάτω του μετρίου σε ικανότητες και δια­νοητική ανάπτυξη δεν είναι αναγκαίο να συμμετέχουν στη δημιουργία της επόμενης γενεάς. Σύμφωνα με τον νόμο της «φυσικής επιλογής», αυτό τον ρόλο του διαχωρισμού και της εύνοιας των ικανοτέρων τον διαδραματίζει η Φύση. Στον αγώνα για επιβίωση κερδίζει ο ικανότερος, ενώ ο πιο αδύναμος συνήθως χάνει. Έτσι, οι νικητές περνούν στις επό­μενες γενεές μέσω των απογόνων τους, ενώ οι ηττημένοι απομονώ­νονται και πεθαίνουν.Όταν, όμως, ο άνθρωπος εκπολιτίζεται, τότε «το παιχνίδι αλλάζει». Ο αδύναμος δεν καταστρέφεται πλέον. Συγκεκριμένα, η ασθένεια και η αδυναμία προστα­τεύονται από θρησκείες οι οποίες είναι ηθικοπλαστικές και δρουν εναν­τίον των κανόνων της Φύσης. Σε τέτοιο περιβάλλον οι αδύναμοι και οι ασθενικοί χαίρουν προνομίων τα οποία όμως δεν κέρδισαν επάξια.
Ο Αμερικανός ηγέτης των δαρ­βινιστών, Έρνστ Μάιρ, έγραφε χα­ρακτηριστικά ότι«όλα αυτά τα εκ­φυλισμένα άτομα δεν έχουν τίποτε άλλο να κάνουν στον πλανήτη παρά να αναπαράγουν ξανά και ξανά το ασθενικό είδος τους. Όταν, λοιπόν, τόσοι πολλοί ωφελούνται από το δικαίωμα στη ζωή, οι γενετικά ανώ­τεροι περιορίζονται όλο και περισ­σότερο και γίνονται όλο και λιγότερο προνομιούχοι στον αγώνα για την εξέλιξη. Αυτή η κατάσταση δημι­ουργεί ένα σοβαρό πρόβλημα για το μέλλον του ανθρώπου». Αυτή η σκοτεινή πρόβλεψη του Μάιρ είναι ουσιαστικά μια σύγχρονη επανατο­ποθέτηση της από παλαιότερα γνω­στής προπαγάνδας της ευγονικής. Για τους σοσιαλδαρβινιστές, στο πολιτισμένο πλαίσιο ενός κοινωνικού συνόλου όπου οι πρόνοιες της Φύ­σης σχεδόν εξουδετερώνονται, η πολιτεία πρέπει να αναλάβει τον ρόλο της επιλογής και να ευνοήσει τα δυναμικότερα και ικανότερα στοι­χεία να αναπαραχθούν. Όταν ο Χίτ­λερ και οι εθνικοσοσιαλιστές άρχι­σαν να εφαρμόζουν το πρόγραμμα στείρωσης και θανάτωσης, εργά­ζονταν βασισμένοι στην πεποίθηση ότι κινδύνευε το Γερμανικό έθνος και μαζί με αυτό και το μέλλον της ανθρωπότητας. Ο εθνικοσοσιαλισμός υιοθέτησε πλήρως τον δαρβινισμό και διακήρυξε ότι η φυσική επιλογή είναι η μόνη αρχή της Φύ­σης. Εάν η αρχή της φυσικής επιλο­γής ανατραπεί από τον άνθρωπο, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι η επικράτηση της αταξίας, του εκφυλισμού και της καταστροφής της ανθρωπότητας. Όλες αυτές οι θεωρίες περί αυστηρού ελέγχου του πληθυσμού οι οποίες ήλθαν στο φως κυρίως από την πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα και εξής, στηρίχθηκαν κατά κύριο λόγο στον δαρβινισμό. Συγκεκριμένα, ο Δαρ­βίνος υιοθέτησε τη θεωρία του Μάλθους και σε αυτήν στήριξε το τρίτο σημείο της δικής του θεωρίας. Σε αυτό ακριβώς το τρίτο σημείο, όπως το ονομάσαμε, της δαρβινικής θε­ωρίας στηρίχθηκε εν πολλοίς και το Γ' Ράιχ. Τόσο ο δαρβινισμός όσο και ο προγενέστερος του μαλ­θουσιανισμός εμφανίσθηκαν με το προσωπείο της αληθινής επιστήμης.
Υπό το έμβλημα του δαρβινισμού, «Η μόνη αληθινή και ιερά βιολογία και εξέλιξη», οι μαλθουσιανιστές και οι μέντορές τους ήταν σε θέση να ενσπείρουν τον όλεθρο στην ανθρώπινη κοινωνία. Μεταξύ όσων αυτοί κληροδότησαν στην ανθρω­πότητα συμπεριλαμβάνονται οι ιμ­περιαλιστικοί πόλεμοι για την κα­τάκτηση αποικιών, γαιών και αγαθών, ο θανατηφόρος σοσιαλισμός, που με τη μορφή του κομμουνισμού έπληξε βάναυσα τον προηγούμενο αιώνα και δημιούργησε ένα «κόκκινο ολοκαύτωμα» στη μισή Ευρώπη, οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι, το ένα ολοκαύτωμα μετά το άλλο, καθώς και πολλά άλλα δεινά που πλήττουν ακόμα και σήμερα τον πλανήτη. Οι γενοκτονίες και τα ολοκαυτώματα, βέβαια, δεν ήταν κάτι καινούργιο. Εμφανίσθηκαν πριν το ολοκαύτωμα των Εβραίων (βλέπε γενοκτονία Αρ­μένιων και Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου κά.) και συ­νεχίζουν να υφίστανται μέχρι σή­μερα. Αυτό όμως που διέκρινε το «πρόγραμμα εθνοκάθαρσης» των εθνικοσοσιαλιστών από όλα τα υπό­λοιπα που διενεργήθηκαν κατά καιρούς ήταν ο επιστημονικός χαρα­κτήρας και η μεθοδολογία του. Και, φυσικά, το γεγονός ότι στηριζόταν στη δαρβινική θεωρία, η οποία θε­ωρείται έως σήμερα συνώνυμη με την επιστήμη.
Αντίθετα από οποιαδήποτε άλλη επιστημονική θεωρία η οποία εξα­φανίσθηκε μετά τη διάψευσή της, ο δαρβινισμός έχει επιβιώσει μετά από πολλαπλές διαψεύσεις. Χαρα­κτηριστικά αναφέρουμε μόνο το έργο του Νόρμαν Μάκμπεθ, από­φοιτου του Χάρβαρντ, ο οποίος ασχολήθηκε επισταμένα για πολλά χρόνια με τον δαρβινισμό και δη­μοσίευσε το 1971 μια αρκετά καλή μελέτη με τον τίτλο «Ο Δαρβινισμός επανεκδικάζεται». Ένα από τα κυ­ριότερα συμπεράσματα του Μάκμ­πεθ στο συγκεκριμένο έργο είναι ότι πολλοί δαρβινιστές έχουν πεισθεί ελάχιστα για τη θεωρία τους. Αυτή την άποψη ο συγγραφέας την τεκ­μηριώνει πάρα πολύ καλά. Ο δια­πρεπής Καρλ Πόππερ αποκάλεσε το έργο του Μάκμπεθ «μια εξαιρε­τική και σωστή, αν και μη συμπαθή, επανεκδίκαση της υπόθεσης του Δαρβίνου». Άλλο ένα παράδειγμα είναι ότι το 1986 ο Αυστραλός βιολόγος Μάικλ Ντέντον, στο βιβλίο του «Εξέλιξη: μια θεωρία σε κρίση», πραγματοποιεί μια αυστηρώς επι­στημονική κριτική του δαρβινισμού καικαταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πιο διάσημη θεωρία, αυτή του Δαρβίνου δηλαδή, αποτελεί «τον μεγαλύτερο κοσμογονικό μύθο του 20ου αιώνα».«Θα περίμενε κάποι­ος», συνεχίζει ο Ντέντον, «ότι μια θεωρία τόσο βαρύνουσας σημασίας, μια θεωρία η οποία υποθετικά άλ­λαξε τον κόσμο, θα ήταν κάτι πε­ρισσότερο από μεταφυσική, κάτι περισσότερο από έναν μύθο. Κι όμως, επιστημονικά δεν στηρίζεται περισσότερο από ό,τι η ύπαρξη του Δία στην αρχαία ελληνική μυ­θολογία. Πρακτικά ο δαρβινισμός παραμένει η μόνη πραγματικά επι­στημονική θεωρία σε εξέλιξη». Κι όμως, ο δαρβινισμός παραμένει η «ορθόδοξη βιολογία». Πράγματι, εί­ναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι μια θεωρία που αξίζει τόσο λίγο θα έχει περιχαρακωθεί τόσο βαθιά από τη σύγχρονη επιστήμη. Και αυτό γιατί υποτίθεται ότι η επιστήμη απελευθερώνει τον άνθρωπο από τον μύθο.

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ testament  Μαϊος 2010
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

1 σχόλιο:

  1. Δαρβίνος και όλο του το συνάφι το μόνο
    που έκαναν είναι να ταπώσουν και να
    διαστρεβλώσουν τις Ελληνικές θεωρείες.
    Τί συμβαίνει άραγε στις ρίζες και στις
    διατυπώσεις των εφευρετών όλων αυτών
    των θεωρειεών; Έκανε κανείς τον κόπο
    να διαβάσει τις πηγές ή αρκούνται στις
    "έγκριτες εκδόσεις" τις προσαρμοσμένες
    στην ευρωπαϊκή ανωμαλία απο τα ανθρωποειδή
    όπως τους χαρακτήρισε ο ίδιος ο Αριστοτέλης;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Συνολικές προβολές σελίδας

Αναγνώστες

Επικοινωνήστε μαζί μας στο: politisvaris1@yahoo.gr

Επικοινωνήστε μαζί μας στο: politisvaris1@yahoo.gr
politisvaris1@yahoo.gr

Blog Archive